28 ΙΟΥΝΙΟΥ 1913

Η 7η Μεραρχία απελευθερώνει τις Σέρρες από τους Βουλγάρους, οι οποίοι κατά την υποχώρησή τους πυρπολούν την πόλη. Οι Βούλγαροι, φοβούμενοι την επέλαση των νικητών του Κιλκίς – Λαχανά, είχαν εγκαταλείψει τις Σέρρες, από τις 21 Ιουνίου, ενώ η 7η Ελληνική Μεραρχία προήλαυνε ήδη για την απελευθέρωση της πόλης. Η προέλασή της, όμως, επιβραδύνθηκε διότι οι Βούλγαροι, εγκαταλείποντας την πόλη είχαν καταστρέψει και τις γέφυρες του Στρυμόνα, ενώ η επισκευή τους κράτησε μέχρι το πρωί της 28ης Ιουνίου.
Μετά την είσοδο της 7ης Μεραρχίας στην τυρρανισμένη πολιτεία, ο διοικητής μέραρχος Ναπολέων Σωτίλης εξέδωσε προκήρυξη, εξαγγέλοντας ότι <απελευθερώνει και καταλαμβάνει τας Σέρρας και προσκαλεί τους κατοίκους ανεξαρτήτως φυλής, γλώσσης και θρησκεύματος, να επανέλθουν εις τας ειρηνικάς των ασχολίας.> Την ίδια μέρα, όμως, Βούλγαροι κομιτατζήδες άρχιζαν τις αγριότητες: Φεύγοντας συνέλαβαν και σκότωσαν πολλούς προκρίτους των Σερρών, το γυμνασιάρχη Παπαπαύλου, τον διευθυντή της Τράπεζας Ανατολής Σταμούλη, το γιατρό Χρυσάφη, το φαρμακοποιό Φωκά κ. α. Στη ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ της 29ης Ιουνίου διαβάζουμε την είδηση: < Σώμα προσκόπων υπό τον ταγματάρχην κ. Μαζαράκην κατέλαβε τας Σέρρας κηρύξαν τον στρατιωτικόν νόμον. Ο βουλγαρικός στρατός αποχωρήσας εκ Σερρών εν πανικώ εγκατέλιπε τα πάντα μη προφθάσας να φονεύση άπαντας τους προκρίτους. Εκ των 70 προκηρυχθέντων ο διευθυντής της Τραπέζης Ανατολής Σταμούλης, ο ιατρός Χρυσάφης και 20 άλλοι εσφάγησαν κατόπιν φρικωδών βασανιστηρίων. Ο Επίσκοπος Πολυανής και 30 πρόκριτοι Δοϊράνης, ούς είχε παραλάβει ο βουλγαρικός στρατός ως ομήρους δεν έφθασαν εις Σέρρας. Φαίνεται ότι εξηφανίσθησαν καθ΄ οδόν.>
Για την καταστροφή των Σερρών ο μέραρχος της 7ης μεραρχίας Σωτίλης τηλεγραφούσε στο Γενικό Στρατηγείο: < Πόλις Σερρών εκάη ολόκληρος εξαιρέσει τουρκικής και εβραϊκής συνοικίας. Αγορά εκάη επίσης. Πληθύς γυναικοπαίδων ευρέθησαν φονευμένα ή απηνθρακωμένα εντός των οικιών. Πόλις στερείται εντελώς άρτου. Απόλυτος ανάγκη ληφθώσι μέτρα συντόνως προς διατροφήν πληθυσμού. Άστεγοι υπερβαίνουσι 20 χιλιάδας. Λεπτομερείας τηλεγραφήσω προσεχώς.>
Για τις βουλγαρικές θηριωδείες ο βασιλιάς τηλεγραφούσε στην κυβέρνηση: < Διαμαρτυρηθήτε, κατ΄ εντολήν Μου, εις τους αντιπροσώπους των πολιτισμένων Δυνάμεων εναντίον των ανθρωπομόρφων τούτων τεράτων, καθώς και εις τον πεπολιτισμένον κόσμον ολόκληρον και δηλώσατε ότι θα αναγκασθώ μετά λύπης Μου να προβώ εις αντίποινα, όπως εμπνεύσω φόβον και σκέψιν τινά προ της τελέσεως τοιούτων εγκλημάτων. Οι Βούλγαροι επισκιάζουν όλας τας φρικαλεότητας των βαρβαρικών επιδρομών του παρελθόντος και αποδεικνύουν ότι δεν έχουν πλέον το δικαίωμα να συγκαταλέγωνται μεταξύ των πεπολιτισμένων λαών. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Β.>  Στη φωτογραφία η 1η σελίδα του ΕΜΠΡΟΣ, της 29ης Ιουνίου, για την κατάληψη των Σερρών.



Για τις βουλγαρικές ωμώτητες πραγματοποιήθηκε ογκώδες συλλαλητήριο στην Αθήνα, στην πλατεία Συντάγματος, στις 30 Ιουνίου. Εγκρίθηκε ψήφισμα διαμαρτυρίας, το οποίο την επομένη επιτροπή αποτελουμένη από τον δήμαρχο Αθηναίων Σπ. Μερκούρη, τους προέδρους των δικηγορικού και εμπορικού συλλόγων και τους προέδρους των δύο συντεχνιών επέδωσε στους πρεσβευτές των Μεγάλων Δυνάμεων και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Παράλληλα η δημοτική αρχή απηύθυνε τηλεγράφημα διαμαρτυρίας και στους δημάρχους των πρωτευουσών των έξη Μεγάλων Δυνάμεων και των ΗΠΑ.
Είκοσι μέρες μετά τα τραγικά γεγονότα η εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ δημοσίευε, στο φύλλο της 19ης Ιουλίου, μια σειρά ανταπoκρίσεων απεσταλμένου της από τις Σέρρες, που ο συντάκτης χαρακτηρίζει νεκρόπολη! Από τις ανταποκρίσεις αυτές μεταφέρομε τρεις παραγράφους του προλογικού κειμένου:
< Δεν είναι υπερβολή. Αι Σέρραι δεν υπάρχουν πλέον. Εκεί όπου προ ολίγου ακόμη υπερήφανος ηγείρετο η ωραιοτέρα και πατριωτικωτέρα και ευανδροτέρα και αρχοντικωτέρα πόλις της Ανατολικής Μακεδονίας και απετέλει ζωής και ευδαιμονίας σονέττο, απλούνται τώρα ερείπια, κυριαρχεί η σκιά της δυστυχίας και του θανάτου. Και υπό την σκιάν αυτήν και παρά τα ερείπια 15 χιλιάδων ανθρώπων πάσης ηλικίας και παντός φύλου και πάσης τάξεως στερούμενοι των πάντων γελούν και κλαίουν. Γελούν δια την απελευθέρωσίν των από του Βουλγαρικού ζυγού και την εθνικήν των αποκατάστασιν. Κλαίουν δια την ατομικήν των καταστροφήν. Δεκαπέντε περίπου ημέραι επέρασαν από της αποφράδος και ευτυχής εκείνης ημέρας κατά την οποίαν από το έν άκρον της πόλεως εξήρχοντο αι Βουλγαρικαί ορδαί αφήνουσαι όπισθεν τας φλόγας και από το άλλο εισήρχετο ο Ελληνικός στρατός ευρίσκων έμπροσθέν του φλόγας. Και όμως εις τας φυσιογνωμίας των Σερραίων διακρίνω τας γραμμάς του τρόμου και της ημιπαραφροσύνης αδρότατα διαμεμιγμένα με τας γραμμάς της ανακουφίσεως και της χαράς. Οι δυστυχείς! Διήλθον ώρας μακράς, εξ εκείνων αι οποίαι βαθέως συγκλονίζουν την ψυχήν και αφίνουν εις αυτήν βαθύτατα ίχνη.>