19 προς 20 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1916

Τα ξημερώματα και ώρα 2.45 π. μ. γερμανικό Ζέππελιν βομβαρδίζει τη Θεσσαλονίκη, όπου στρατοπεδεύουν δυνάμεις της Αντάντ. Αναφέρονται νεκροί, τραυματίες και πολλές καταστροφές σε κτίρια. Από τα φύλλα της εφημερίδας «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» μεταφέρομε αποσπάσματα του εκτενούς ρεπορτάζ για τον βομβαρδισμό, που βεβαίως είναι γραμμένο σε άπταιστη, αρχαϊζουσα καθαρεύουσα.
Η εφημερίδα, στο φύλλο της 20ης Ιανουαρίου, αφού πρώτα σημειώνει στον πρόλογο ότι: «Παρά το προκεχωρημένον της ώρας και την γενικήν αναστάτωσιν χθες μόνη η “Μακεδονία” ηδυνήθη να προσφέρη εις τους αναγνώστας της τας ακριβεστέρας και τας πληρεστέρας των πληροφοριών δια τα κατωρθώματα της νέας απανθρώπου νυκτερινής εναερίου επιδρομής των Γερμανών κατά της Θεσσαλονίκης, η οποία εστοίχισε την ζωήν εις τόσα ανθρώπινα θύματα μεταξύ πολιτών και Ελλήνων στρατιωτών», παραθέτει το ιστορικό της επίθεσης. Μόλις εντοπίστηκε ότι επρόκειτο για γερμανικό Ζέππελιν ― από δύο κανονιοβολισμούς που ερρίφθησαν εναντίον του ― η εφημερίδα προσθέτει: «Ουδεμία πλέον αμφιβολία ότι επρόκειτο περί εχθρικού Ζέππελιν. Και το δολοφόνον Ζέππελιν βαίνον ευθύς προς τον άτιμον σκοπόν του, ενεφανίσθη μετ΄ ολίγα λεπτά άνωθεν του λιμένος. Ο ιδιόρρυθμος κρότος της μηχανής του κατέστη ευδιάκριτος, σάλπιγγες δε κινδύνου ηκούσθησαν από πολλά συγχρόνως πολεμικά, ενώ ταυτοχρόνως εσβέννυντο τα φώτα όλων ανεξαιρέτως και ερρίπτοντο οι πρώτοι κανονιοβολισμοί κατά των εναερίων απάχηδων. Οι δολοφόνοι ρίπτουν δύο βόμβας, αίτινες πίπτουν πλησίον του ρωσσικού καταδρομικού «Άσκολντ», το οποίον ας σημειωθή, πρώτον αντελήφθη τον εχθρόν, πρώτον ανήγγειλε τον κίνδυνον και πρώτον εκανονιοβόλησε. Το εχθρικόν Ζέππελιν παραζαλισθέν από τους εξ όλων των σημείων πυροβολισμούς, ανυψώθη ολίγον, έρριψε δύο εισέτι βόμβας κατά του στόλου και διηυθύνθη προς Δυσμάς άνωθεν του Νέου Τελωνείου. Εδώ έστη προς στιγμήν, έρριψε μίαν βόμβαν με τον προφανή σκοπόν να προσβάλη έν μέγα αγγλικόν μεταγωγικόν, εξ ού εξεφορτώνοντο φαρμακευτικά είδη, πτυάρια και ζωοτροφίαι. Η ριφθείσα βόμβα εξερράγη μετά δαιμονιώδους πατάγου εις την έμπροσθεν του τελωνείου προκυμαίαν, όπου ευρίσκοντο περί τους 40 Έλληνες εργάται, δέκα Έλληνες στρατιώται και περί τους 20 Αγγλογάλλοι τοιούτοι. Τα αποτελέσματα της βόμβας ταύτης υπήρξαν αιματηρά και φρικώδη. Όλαι αι ύελοι του τελωνείου εθραύσθησαν. Η πρόσοψίς του έγινε διάτρητος και μία των θυρών της ημικατεστράφη. Ανεφλέγη εν βαγόνιον, πλήρες φαρμακευτικών ειδών και πτυαρίων. Η μία πλευρά του αγγλικού μεταγωγικού διετρήθη υπό θραυσμάτων της οβίδος. Τέλος οι εναέριοι δολοφόνοι έχυσαν εδώ άφθονον αίμα, αίμα ελληνικόν.  (και αναφέρει τα ονόματα 8 Ελλήνων και 4 ξένων νεκρών και 13 Ελλήνων τραυματιών και συνεχίζει: ) Τους αλγούντας και κραυγάζοντας γοερώς και αναθεματίζοντας τους απαισίους δολοφόνους και την βάρβαρον πατρίδα των τραυματίας περιεποιήθησαν Άγγλοι και Γάλλοι νοσοκόμοι. Λέγεται ότι οι Άγγλοι θα αποζημιώσουν τας οικογενείας των εργατών, οίτινες εφονεύθησαν εν τη υπηρεσία των. Μία τοιαύτη χειρονομία των Άγγλων , θα ανεκούφιζε τας απορφανισθείσας δυστυχείς οικογενείας θα προυκάλει δε την γενικήν επιδοκιμασίαν».

Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ που χαρακτηρίζει τους Γερμανούς αεροπόρους απάχηδες ( Σ. Σ. Απάχηδες είναι ονομασία κακοποιών, ληστών και δολοφόνων στο Παρίσι. Στην Ελλάδα που μεταφέρθηκε η ονομασία έγιναν γνωστοί από την οπερέττα του Νίκου Χατζηαποστόλου «Οι Απάχηδες των Αθηνών».) αναφέρει στη συνέχεια ότι: «Το εμφαντικώτερον σημείον της απαχικής ταύτης επιδρομής και το χαρακτηριστικώτερον ίχνος της διαβάσεως των ανωτέρω Ούννων και απογόνων του Αττίλα ήτο η μεγάλη και πρωτοφανής δια την πόλιν μας πυρκαϊά των αποθηκών της Τραπέζης Θεσσαλονίκης, που προήλθεν από τας ριφθείσας δύο βόμβας. Αι βόμβαι ήσαν αναφλεκτικαί και επροκάλεσαν αμέσως πυρκαϊάν. Εις την πυρκαϊάν συνέβαλον και τα εν ταις αποθήκαις εύφλεκτα εμπορεύματα, τα οποία αναφλεγόμενα ταχέως ενεδυνάμουν έτι πλέον την πυρκαϊάν, ήτις ολονέν εξηπλούτο και εγέμιζε τον ορίζοντα με φλόγας και καπνούς υπερύθρους, οι οποίοι κατατρομάξαντες τους κατοίκους τους εξυπνήσαντας εκ των κρότων και ευρισκομένους εις τας θύρας και τα παράθυρα, προεκάλεσαν μεγίστην συρροήν κόσμου εν τη οδώ Ναυάρχου Κουντουριώτη, όπου αι αποθήκαι. Εν τω μεταξύ Άγγλοι και Γάλλοι στρατιώται επελήφθησαν της κατασβέσεως του πυρός, βοηθούμενοι από ναυτικόν άγημα συμμαχικού πολεμικού μετά αντλιών, εκατοντάδος ημετέρων χωροφυλάκων και λόχου ημετέρων στρατιωτών. Εν τούτοις παρά τας καταβληθείσας προσπαθείας αι αποθήκαι εκάησαν πάσαι, περιλαμβάνουσαι ολόκληρον τετράγωνον. Η πυρκαϊά υπέστη ύφεσιν μόλις κατά τας πρωινάς ώρας και κατεσβέσθη σχεδόν τελείως περί την μεσημβρίαν. Αι εκ της πυρκαϊάς ταύτης ζημίαι είνε κολοσσιαίαι. Αι καείσαι αποθήκαι περιείχον έλαια, νάφθην, κολωφώνιον, καφέδες και ζαχάρεις εις μεγάλας ποσότητας, υφάσματα, μεταξωτά και διάφορα άλλα είδη αντιπροσωπεύοντα αξίαν 10 εκατομμυρίων δραχμών.»
Η γερμανική επίθεση συνεχίστηκε με τη ρίψη δύο βομβών κατά του Ελληνικού Διοικητηρίου – που ευτυχώς αστόχησαν – μία βόμβα στην οδό Μαβίλη – με υλικές μόνο ζημίες – άλλη στην οδό Λέοντος Σοφού, ακριβώς στο τζαμί Γιουσούφ πασά ( εδώ υπήρξαν τρεις νεκροί – ένα ανδρόγυνο στο κρεβάτι του και μία χήρα – και ένας τραυματίας, το πεντάχρονο αγόρι του ανδρογύνου ) μία βόμβα στην οδό Φιλίππου και άλλη μία στη διασταύρωση Φιλίππου και Λέοντος Σοφού, δύο στην οδό Εγνατία και δύο στο Τοπ Χανέ, χωρίς ζημίες. Τέλος «Οι εναέριοι απάχηδες, αφού εσκόρπισαν τον τρόμον και τον θάνατον, ετράπησαν εις φυγήν. Πριν όμως παύσουν να μιαίνουν δια της παρουσίας των τον ορίζοντά μας, απεπειράθησαν να επιστέψουν το δολοφονικόν και άτιμον έργον των, δια πράξεως, ήτις θα εβύθιζε εις πένθος χιλιάδας οικογενειών: Απεπειράθησαν δηλαδή να ανατινάξουν τας πυριτιδαποθήκας μας να καταστρέψουν τους στρατώνας μας και να σκοτώσουν εκατοντάδας προσφύγων. Έρριψαν δε προς επιτυχίαν των ατίμων και αποτροπιαστικών σκοπών των τρεις βόμβας... Ευτυχώς, κατά τας πληροφορίας της Αστυνομίας μας, ουδεμία ζημία επροξενήθη εκ των βομβών τούτων.»
Στο φύλλο της επομένης 21 Ιανουαρίου η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ δημοσίευε κατάλογο των ζημιών κυρίως των εμπορευμάτων που κάηκαν στις αποθήκες της Τραπέζης Θεσσαλονίκης, που ανέρχονταν στο ποσό των 3 εκατομμυρίων δραχμών – και όχι 10 όπως ανέφεραν οι πρώτες πληροφορίες – εκ των οποίων μόνο 100.000 δραχμών ήταν τα ασφαλισμένα. Τα εμπορεύματα που κάηκαν ήταν 8 βαγόνια ζάχαρη, 7.000 σάκκοι καφέ, 1.700 σάκκοι ρύζι, 300 κιβώτια τσάϊ, όπιο, δέρματα, σοκολάτα, υφάσματα και διάφορα άλλα είδη. Τέλος η εφημερίδα ανέφερε ότι: «Τα εμπορεύματα ταύτα ανήκον εις πλείστους μικροεμπόρους, των οποίων η οικονομική θέσις εκλονίσθη σοβαρώς. Κατ΄ ευτυχή σύμπτωσιν αι αποθήκαι δεν περιείχον μεγαλυτέρας αξίας εμπορεύματα διότι προ ολίγου καιρού οι έμποροι επί τη προβλέψει δυστυχημάτων είχον μεταφέρει εις διαφόρους άλλας ιδιωτικάς μικροαποθήκας εμπορεύματα αξίας 7 έως 8 περίπου εκατομμυρίων δραχμών. Τα πλείστα των εμπορευμάτων τούτων ήσαν ησφαλισμένα, ουχί όμως και με ασφάλειαν πολέμου. Κατόπιν της επιδρομής πλείσται ασφαλιστικαί εταιρίαι του Λονδίνου ετηλεγράφησαν εις τους πράκτοράς των δεχόμεναι να ασφαλίσουν εμπορεύματα κατά των κινδύνων του πολέμου και των αεροπλάνων και Ζέππελιν. Ούτω μέχρι της χθες ησφαλίσθησαν υπό των εταιριών τούτων εμπορεύματα 200.000 περίπου αγγλικών λιρών.»
Το Ζέππελιν ήταν το πρώτο άκαμπτο πηδαλιουχούμενο αερόστατο, που πήρε το όνομά του από τον εφευρέτη του κόμη Ζέππελιν, αξιωματικό του γερμανικού στρατού. Το πρώτο Ζέππελιν πέταξε στις 2 Ιουλίου 1900 και το τελευταίο καταστράφηκε το 1939. Χρησιμοποιήθηκαν στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο σε επιχειρήσεις βομβαρδισμών από μακρινή απόσταση. Ονομαστά ήταν τα Ζέππελιν «Γκραφ Ζέππελιν» και «Χίντεμπουργκ».
Στη φωτογραφία: Η 2η σελίδα (αριστερά) του φύλλου της ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ της 20ης Ιανουαρίου 1916 με την είδηση της επίθεσης του γερμανικού Ζέππελιν  και στην 3η σελίδα (δεξιά) του ιδίου φύλλου η είδηση για την κατάρριψη του γερμανικού αεροπλάνου, υπό γαλλικού.