Σήμερα και αύριο τελείται στα χωριά Αγία Ελένη και Κερκίνη Σερρών, τον Λαγκαδά, τη Μελίκη Βέροιας και τη Μαυρολεύκη Δράμας, το περίφημο βακχικό έθιμο της Πυροβασιάς, τα γνωστά Αναστενάρια, που συνδέονται με τη γιορτή των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. Το όνομα αναστενάρια προέρχεται από το αναστενάρι, το εικόνισμα που κρατούν σ' όλη τη διάρκεια της γιορτής στα χέρια τους και που θεωρείται ο ανώτατος αρχηγός των αναστενάρηδων.
Η γιορτή αρχίζει στις 20 με ξέφρενο χορό, με τη συνοδεία του ταμπούρλου και με ψαλμωδία ύμνων. Κατόπιν γίνεται η ζωοθυσία, όπου το κρέας του σφαγμένου ζώου μοιράζεται στις οικογένειες του χωριού. Το πρωί της 21ης οι αναστενάρικες εικόνες μεταφέρονται στο "Αγίασμα", από το "κονάκι" όπου είχαν τοποθετηθεί την προηγουμένη και το απόγευμα, αφού προηγηθεί χορός και φαγοπότι, τελείται η πρώτη πανηγυρική πυροβασία. Η τελετή από το άναμα της φωτιάς μέχρι τη στιγμή που οι Αναστενάρηδες θα χορεύουν ξυπόλυτοι πάνω στα αναμμένα κάρβουνα, κρατώντας τα εικονίσματα, είναι συγκλονιστική. Εξήγηση για τα αναστενάρια έχουν δώσει τελευταία οι φυσικοί του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας. Σύμφωνα με αυτήν την ερμηνεία τα κάρβουνα, που χρησιμοποιούνται για την πυροβασία, έχουν μεν θερμότητα 1.500 βαθμών Φαρενάϊτ, αλλά είναι κακοί αγωγοί της θερμότητας. Παρομοιάζουν το φαινόμενο αυτό με εκείνο του γλυκίσματος, που ψήνεται στο φούρνο. «Μέσα στο φούρνο το γλύκισμα, το ταψί και ο αέρας έχουν την ίδια θερμοκρασιά των 350 βαθμών Φαρενάϊτ. Ο ψήστης, όμως, μπορεί να ακουμπήσει το γυμνό του χέρι μόνο στο γλύκισμα για να δει αν έχει ψηθεί, αλλά δεν μπορεί να ακουμπήσει το ταψί για χρόνο μεγαλύτερο του ενός δευτερολέπτου χωρίς να καεί» («Χριστιανισμός και Θρησκεύματα», ΟΕΔΒ, Β' Λυκείου, σελ. 284). Το έθιμο των Αναστεναρίων συναντάται και σε χωριά της Βουλγαρίας.